ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ

Τσακώνικα με τον Πάνο

………….ΕΜΕ ΝΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ……..
Τςhίτα τσαί Τίτιντα 3-4 του Σετθέμπρη 2024: Α Τσακωνοπαρέα
Για του νέοι #189: του Πάνου Μαρνέρη.
Κακίνια = ισχία
Κακιουλιά, καλατζhούκα= πρόχειρη καλύβα
Κακίστρι= καπίστρι
Κακοβάνου- άνα-άντα= βάζω(αυτή,αυτό βάζει) κακό με το μυαλό μου
κακοπεραήχου-ήχα-ήχουντα= κακοπερνάω( αυτή, αυτό,κακοπερνάει)
Κάλεσε hε = πρόβατο άσπρο με μαύρες βούλες στο κεφάλι
Καλεστέ= καλεσμένος
Καλιάζου = βολεύω
Κολιάζου = σταματώ, αλλάζω κατεύθυνση
Κάλυε = καλύβα
Καλιγούκχου= καλιγώνω (πεταλώνω)
Κάλι = ξύλο

Μοζάκαει τα κακίνια μι= πόνεσαν τα ισχία μου .
Οπά ταν ερηνία εσειά ννία κακιουλιά (καλατζhούκα) να απατζιάσου=
Εκεί στην ερημιά έφτειαξα μια πρόχειρη καλύβα για να απαγγιάσω.
Φόρε το κακίστρι τθο άγο τσαι δίνει ένα γρότθε κρίσε= φόρεσε το καπίστρι στο άλογο και δός του μια χούφτα κριθάρι.
Ο ‘μα κακοβάνου μόννιου εζού, κακοβάνα έκι τσαι ετήνα, κακοβάντα έκι τσαί το παλιοκάμπτζιουλε= Δέν έβαζα κακό μετο μυαλό μου μόνο εγώ, έβαζε κακό με το μυαλό της κι εκείνη, κακό έβαζε με το μυαλό του και το μικρό παιδί.
Κακοπεραήχου έκι ο έρμο, κακοπεραήχα έκι α φτωχά, κακοπεραήχουντα έκι τσαι έκειννι το άτυχο.=κακοπερνούσε ο έρημος, κακοπερνούσε και η φτωχειά,κακοπερνούσε κι εκείνο το άτυχο.
Α κάλεςhε εμποίτσε δύου,πέρσυ,για να οράμε σάτσι;Το άσπρο πρόβατο με τις μαύρες βούλες πέρισυ έκανε δύο,για να δούμε φέτος;
Έσι καλεστέ τθο βαφκίσι = είσαι καλεσμένος στο βαφτήσι.
Φέρε έκειννι το Κοτρώνι να ννι καλιάσου όρεγη= Φερε εκείνη την πέτρα να την βολέψω εδώ….Ο καλιάε να οραθούμε= δεν έτυχε να ειδωθούμε
Κόλιασε τα χκηνά = σταμάτα τα γίδια, άλλαξε τους κατεύθυνση
Ο κάλυε ένι Θέου αναπάρουμα= η καλύβα χρειάζεται καθάρισμα.
Έννι καλιγούκχου το άγο= πεταλώνω το άλογο.
Φέρε γκάνα κάλι για ταν ικχάρα= φέρε κάνα ξύλο για την φωτιά.