ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ

Τσακώνικα με τον Πάνο

………ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ….. Μπαρμπαρίνα
Σάμπα τσαί Τσιουρακά 22–23 του Σερικχή 2024: Α Τσακωνοπαρέα.
Κουιτέ #235: Από το βιβλίε «ΚΡΑΥΓΗ»
Διαστσευή τσαι γραφτέ τθα ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ από τον Πάνο Μαρνέρη .

Γιούρε το μεσαμέρι, ενιάκαμε νία φωνά .Κχάρα, κχάρα!!!
Εζού, μιτσή καμπτζί τότθε,νιούκα τα σhόμαση να μπαήνει από ακατούσε από το πάτουμα. Ενάτθε πανζουρλισμό.
Τάσου σε έντενη τον πανικό πατήτθε νία γρία γουναίκα. Εννεί με το ζόρι έμαει στέκουντε ορθά. Μπαήκαμε από τον πόρε. Ζάκαμε κατά το Σταθιμό τθο ξενοδοχείε Παλλάς. Οπά ενιάκαμε ότσι τουρ ατςhoοίποι σε ‘σκοτούκαει. Τότθε εζού, α μάτη μι, ο Σωκράτη τσαι α τσεία μι, τραβήαμε κατά κάτου να σ’ ερέσουμε. Μαθήκαμε κια νάτθε το κακό γιουρίαμε τσαι μποίκαμε κίσου τάνου.Όπφουρ έμαει έγκουντε οράκαμε ένα άτςhωπο ούγοιε ‘νιουρία. —Έντενη πφι ένι παρίου ένι ο τσείε μι ο Γεωργαντά σε ‘πέκα .—Πάψε καμπτζί μι, κια ένι ο τσείε ντι;
Σαν εσούκαμε κοντά οράκαμε ότσι έκι ντουτέ τθο λαιμό .
Α μάτη μι νιε ρωτήτσε : —Καμπτζί μι σκοτούκαει νιούμου;…..

Α φρίτση του πολέμου . Ανέ έχουμε ταν υγεία νάμου ..
…………ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……….
……….
Γύρω στο μεσημέρι ακούσαμε μία φωνή: —Φωτιά φωτιά. Εγώ μικρό παιδί τότε, ένιωσα τη ζέστη να βγαίνει κάτω από το πάτωμα.
Έγινε πανζουρλισμός. Μέσα σε αυτόν τον πανικό πατήθηκε μία γριά.
Εμείς με το ζόρι στεκόμαστε όρθια. Βγήκαμε από την πόρτα και πήγαμε κάτω προς τόν σταθμό, στο ξενοδοχείο palace. Εκεί ακούσαμε ότι τους άντρες τους σκότωσαν. Τότε εγώ και η μητέρα μου, ο Σωκράτης και η θεία μου, τραβήξαμε προς τα κάτω για να τους βρούμε. Μάθαμε που έγινε το κακό, γυρίσαμε και κάναμε προς τα πάνω . Όπως πηγαίναμε είδαμε έναν άντρα τον οποίον γνώρισα.
—Αυτός που έρχεται είναι ο θείος μου Γεωργαντάς,τους είπα.
—Πάψε παιδί μου που είναι ο θείος σου;Σαν φτάσαμε κοντά είδαμε ότι ήταν χτυπημένος στο λαιμό. Η μάνα μου τον ρώτησε:
— Παιδί μου σας σκότωσαν ;
Η φρίκη του πολέμου…. Ας έχουμε την υγεία μας .
………. ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ………….

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *