………..ΕΜΕ ΝΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ……Σταματού .
Σάμπα τσαί Τσιουρακά 2–3 του Νοέμβρη 2024: Α Τσακωνοπαρέα.
Παπαδιαμάντη #44: Α νοσταλγό #15
Έκι α δέφτερε γουναίκα του τσύρ Μοναχάτση αφού α πρώτε σι σκωρέτθε. Αφού στεφανούτσε ταν ισιάτη σι πφι έκι ένα χρόνε ατςhιτέρα από τα Λιαλιώ, στεφανούτθε τσαι ετήνε.
Έκι δουλέγκου για το δημόσιε τσαί έτρου του πέντε πρώτοι χρόνου α Λιαλιώ σε περαήε κοντά τθου γονείε σι γιατσί ο ‘κι πορούα να έτζει ξοκίσου σι ,ογή τσαι οπά όκια ννι έκι απολείντα το δημόσιε. Έκιι παρονοιάζου ο ιίδε το ννιαυτέ σι με «παλιόβαρκα, πότε τθον ένα μπάτι τσαί πότε τθον άλλε» .
Εννιούτσε ο Μοναχάτση τσαί ετήνε καμπτζί, σαν στεφανούτθε σιάτη κατά είκοσι χρόνου νεουτέρα σι.
Α Λιαλιώ έκι σαν τρυφερέ λαλούιδι σε γλάστρα, πφι όσα πορού να ννι ξεςhιντούρε τσαί να ννι φτύερε αλλιά, γιατσί άκια να μαραθεί τσαί να τσεραϊθεί. Έκι τρυφερέ λαλούιδι με αφρά νυρωιδία τσαί ο ‘κι για χοντρορούθουνοι.
Ανέ έχουμε υγεία τσαί αγάκη για τον δίπα νάμου θιλενάδε τσαι θίλοι.
………ΕΜΕ ΝΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ………
Ήταν η δεύτερη γυναίκα του κυρ Μοναχάκη, αφού η πρώτη του είχε πεθάνει. Αφότου πάντρεψε την κόρη του, που ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερη από την Λιαλιώ, παντρεύτηκε κι αυτός. Δούλευε για το Δημόσιο και έτσι τα πέντε πρώτα χρόνια η Λιαλιώ τα πέρασε κοντά στους γονείς της, γιατί δεν μπορούσε να πηγαίνει ξοπίσω του, εδώ και εκεί όπου τον έστελνε το Δημόσιο. Ο ίδιος παρομοίασε τον εαυτό του με «παλιόβαρκα ποτέ στον ένα μπαλτό και πότε στον άλλον.. Ενιωσε ο Μοναχάκης ένιωσε κι εκείνος παιδί, σαν παντρεύτηκε κοπέλα κατά 20 χρόνια νεότερη του. Η Λιαλιώ ήταν σαν τρυφερό λουλούδι στην γλάστρα, που δεν μπορούσες να το ξεριζώσεις και να το φυτέψεις αλλού, γιατί θα μαραινόταν και θα ξερενόταν. Ήταν τρυφερό λουλούδι με ελαφριά μυρωδιά και δεν ήταν για χοντρομούτσουνους…
Να έχουμε υγεία και αγάπη για τον πλαϊνό μας φιλενάδες και φίλοι.
………….ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ………..