ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ

Τσακώνικα με τον Πάνο


………..ΕΜΕ ΝΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ……..Μιχάλης Μαν.
Παράστσι τσαί Σάμπα 6–7 του Δετσέμπρη 2024: Α Τσακωνοπαρέα.
Παπαδιαμάντη #54 :Α νοσταλγό :#25.
Διαστσευή τσαι γραφτέ τθα Τσακώνικα από τον Πάνο Μαρνέρη .

—Ο ‘ννι φύα από σ’ετήνε παρά μόννιου έννι γιουρίζα τθον τόπο μι. Έννι έγκα να ερέσσου του γονείε μι. Άμα τσαι ο τσείε Μοναχάκη μόλει τθον τόπο μι να μ’ερέσει, καού παρίου… Ένι ννιουρίζου ότσι ποτέ ο θα ννι προδού, αλλά ένικαν νιουρίζου όμως, το ότσι: ο ‘ννι πορούα να ζήου τθαν ξενικία.
Ο νέο ο ‘κι πορού να ννι κιστεί.. Ννι ήγκιαει συγκιούκχουντε οι ουϊθίουνε, ότσι α γουναίκα έκι δόλιε τσαί ετήνε έκι το θύμα.
—Ένι δενατέ, πέτσε ννι απότομα να μην ντ’ αγάπήτσε γκανένα χουριστά; Να ννι έσα θέα τσάι εκιού μπρού στεφανουθείρε νή τσαι υστερούτερα; . Α Λιαλιώ αναστενάε βαθία τσαί πέτσε:
— Ααχ ναί ναί… να ντ’αλήου ταν καθαρά αλήιθα,έτενη πφι μ’έκι θέου τσαι ννιέ ‘μα θέα τσαι εζού..είννι έδαρη έγκουντε έξε χρόνου πφ’ εφύτζε τσαί ννιέ φαήτσε α κουβάνα θάασσα, το παπόρι πφι έκι ταξιδέγκου βουλιάε, αλλά σούντα πλέα, γιατσί μ’έσι ρωτού ένταοι όα;

Ανέ έχουμε υγεία τσαί καώς να ξημερουθούμε θιλενάδε τσαι θίλοι….
……….ΕΜΕ ΝΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ……..

—Δεν φεύγω από αυτόν, παρά μόνο επιστρέφω στον τόπο μου. Πάω να βρω τους γονείς μου. Αμα και ο θείος Μοναχάκης έρθει στον τόπο μου να με βρεί, καλώς να έρθει. Ξέρει, πως ποτέ δεν θα τον προδώσω, αλλά ξέρει επίσης το ότι δεν μπορώ να ζήσω στην ξενιτιά. Ο νέος δεν μπορούσε να την πιστέψει, Τον έζωναν τα φίδια, πως η γυναίκα ήταν δόλια κι αυτός ήταν το θύμα. —Είναι δυνατόν, της είπε απότομα, να μην σ’ αγάπησε κανείς ξεχωριστά; Να τον ήθελες κι εσύ πριν παντρευτείς, ή και υστερότερα; Η Λιαλιώ αναστέναξε και είπε:
—Ααχ, ναι ναι.. να σου πω την καθαρή αλήθεια εκείνος που με ήθελε και τον ήθελα και εγώ, πάνε τώρα έξι χρόνια που έφυγε και τον έφαγε η μαύρη θάλασσα, το καράβι που ταξίδευε βούλιαξε, αλλά φτάνει πια γιατί με ρωτάς όλα αυτά;…..

Να έχουμε υγεία και καλώς να ξημερωθούμε φιλενάδες και φίλοι… …..ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……..