…………….ΕΜΕ ΝΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ……….Δέσποινα
Παράστσι τσα Σάμπα 13–14 του Σετθέμπρη 2024: Α Τσακωνοπαρέα .
Παπαδιαμάντη #30 α νοσταλγό #1.
Διαστευή τσαι γραφτέ τθα Τσακώνικα από τον Πάνο Μαρνέρη.
Το φεγγάρι ετσήβε,λιγούτερε λαμπερέ ύστερα από τα τςhίτε ναμέρα τα γιόμιση σι, τθα κορφά του σhίνα τσαί ετήνα γκιουτά τθα λεκά μετά από τουρ αναστεναγμοί σι τσαι τα τραγούϊδα του πόθου ξεστομίε:
— Να έμα μπαίνα σε ννία μιτσά βάρκα, έδαρη τσιόα…. έτρου μ’ένι φαγκησκούμενε….να σούσουμε πέερε!… Δενάχα έκι με τα χέρα σι πέρε αλάργα από το λιμάνι.
Ο Μαθιό ο καταβήτσε ότσι το τέλη ταρ εφτσή σι νιλήτσε τθον πληθυγκικό. Έτρου λοιπόν δίχως να στσεφτεί απογήτθε..
—Έννι μπορού να ξερίσου έτανη τα βάρκα τθο γιαλέ. τσί έσι αούα τς’εκιού; δοτσιμάζουντερ έμε; Αλλά τσαί ετήνε νιλήτσε τθο πληθυγκικό…Δίχως να συλλογιστεί, τσινήτσε να τίφει το βαρκούλι σάματσι έκι Θέου να δοτσιμάσει τα δένανη σι . Ο νέο έκι κασίμενε ανάκοντα τθο γιαλέ, πφι έκι παιζακχούμενε το μονότονε παιγνίιδι από τα τσύματα, ούγοια έκι κατακίνα α άμμο, δίχως να χοντέτσει ταν αλμύρα σου.
…….Ανέ έχουμε ταν υγεία νάμου θιλενάδε τσαι θίλοι….
………..ΕΜΕ ΝΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ………..
Το φεγγάρι φάνηκε, λιγότερο λαμπερό μετά από την τρίτη ημέρα της γέμισης του, στην κορφή του βουνού κι εκείνη ντυμένη στα λευκά, μετά από τους αναστεναγμούς της και τα τραγούδια του πόθου ξεστόμισε: — Να έμπαινα σε μία βάρκα μικρή, να τώρα κιόλας, έτσι μου φαίνεται, να φτάσουμε πέρα…. και έδειχνε με το χέρι της πέρα μακριά από το λιμάνι. Ο Μαθιός δεν κατάλαβε ότι στο τέλος της ευχής της μίλησε στον πληθυντικό έτσι λοιπόν δίχως να σκεφτεί απάντησε: —Μπορώ να ρίξω εκείνη τη βάρκα στο γιαλό, τι λες κι εσύ δοκιμάζουμε; Αλλά κι εκείνος μίλησε στον πληθυντικό δίχως να συλλογιστεί. Ξεκίνησε να σπρώχνει την βαρκούλα λες και ήθελε να δοκιμάσει την δύναμη του. Ο νέος καθόταν κοντά στο γιαλό,που παιζόταν το μονότονο παιχνίδι των κυμάτων, τα οποία κατάπινε η άμμος δίχως να χορταίνει την αρμύρα τους.
…….Να έχουμε υγεία φιλενάδες και φίλοι…….
………..ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ……….