ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ

Τσακώνικα με τον Πάνο

Έμε ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ. Το ζευγάρουμα #2 ταρ Ελένη Μάνου.

Μετά το ζευγάρουμα οι νιογάμπροι εινι χορέγγουντε ο ένα τον άλλε πλέα. Οι τσεραστάδε είνι περούντε δις ταν ούρα με μεζέδε τσαί κρασί. Το γλέγκι ένι ίκχουντα ως του συνταχινοί ούρε τα Δεύτερα, οι καλεστοί είνι ευτσηκχουμένοι τθου νιογάμπροι τσαί τθου γονίε σου τσαί είνι φύντε για του τσέλε σου. Ο νονέ ένι θιλεγγούμενε ένα κομμάκι κρίε, νιά γριτσέα άντε τσαί ένα κομμάκι από τα φουσκουτά τθα νύιθη. Χάγγετε πλέα, όνι συφτασκούμενε ο Κωσταγκή, ο μαλέ σι ένι τθαν πανώζα Μεταξού σι, σούντε τσαί οι ευτσέ τσαί τα γλέγκια. Ότσι θα μόλει α αργακινά τα Δεύτερα το ζοβγάζι θα ξάσει τα είτα σι τσαί θα πραγιάσει αντάμα, έτρου έκι το ζακόνι, α νύιθη έκι ξάσσα ταν άβα αμέρα, τα Δεύτερα. Έδαρι α πεθερά θα μπάλει από το σεντούτσι το νυθιάτσιχο όγκιουμα τα νύιθη, λεκό τσινούρτσι, μακζιού ως κάτου από το γούνα, φατθέ τθο αργασήζι τα τσελή, αγώνιαστε, κλειστέ τθο στήιθι ως το λαιμό. Α πεθερά θα νι αγωνιάσει έδαρι με τα ψαλία, θα νι ανοίτσει για να νι φορέει α νύιθη. Έκι το νυθιάτσιχο νυχκικό, έκεινι θα φορέει για ταν πρώτα βοά πφη θα κιούψει με τον ατσωπό σι. Έκεινι θα έκι δενάχα τθαν πεθερά σι ταν Τίτιντα μετά το γάμο, έκεινι θα έκι απρούκχα α πεθερά τθο ξουστάγι να ράνι οι συντζενήδε! Γιατσί τόντις έτεοι του χρόνου, οι συντζενήδε τσαί από τα δύου σόγια ήγκιαει περούντε να ρωτήωι, πφουρ έκι α νύιθη, τσαί α πεθερά  έκι απογηκχουμένα, δόξα τω θεώ, κά έμε, έκι τσερούα σι τσαί έτεοι ήγκιαει αφήντε τα μιτσά σου δώρα μαζί με κχαμπόσοι ντουφετσλίε! 

Καλέ ξημέρουμα θιλενάδε τσαί θίλοι, παρακάτου μη ρωτήνετε, αφήετε να ναϊθεί το θέλημα.

Έμε νιούντε Τσακώνικα.

ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ. Το ζευγάρωμα #2 της Ελένης Μάνου

Μετά το ζευγάρωμα οι νιόπαντροι χορεύουν ο ένας τον άλλο πλέον. Οι κεραστήδες  περνούν κάθε λίγο με μεζέδες και κρασί. Το γλέντι κρατάει ως τις πρωινές ώρες της Δευτέρας, οι καλεσμένοι εύχονται στους νιόπαντρους και στους γονείς τους και φεύγουν για τα σπίτια τους. Ο νονός φιλεύεται ένα κομμάτι κρέας, μια κουλούρα ψωμί και ένα κομμάτι από τη φουσκωτή της νύφης. Άντε πια, δεν κρατιέται ο Κωσταντής, ο νους του είναι στην πανώρια Μεταξία του, φτάνουν και οι ευχές και τα γλέντια. Μόλις έρθει το βράδυ της Δευτέρας το ζευγάρι θα αλλάξει τα ρούχα του και θα πλαγιάσει μαζί, έτσι ήταν το έθιμο, η νύφη άλλαζε την άλλη μέρα, τη Δευτέρα. Τώρα η πεθερά θα βγάλει από το μπαούλο το νυφικό πουκάμισο της νύφης, λευκό καινούριο, μακρύ ως κάτω από το γόνατο, υφασμένο στον αργαλειό του σπιτιού, αγώνιαστο, κλειστό στο στήθος ως το λαιμό. Η πεθερά θα το αγωνιάσει τώρα με το ψαλίδι, θα το ανοίξει για να το φορέσει  η νύφη. Ήταν το  νυφικό νυχτικό, αυτό θα φορέσει για την πρώτη φορά που θα κοιμηθεί με τον άντρα της. Αυτό θα έδειχνε στην πεθερά της την Τετάρτη μετά το γάμο, αυτό θα άπλωνε η πεθερά στο εξώστεγο να δουν οι συγγενήδες! Γιατί όντως εκείνα τα χρόνια, οι συγγενείς και από τα δύο σόγια περνούσαν  να ρωτήσουν, πως ήταν η νύφη, και η πεθερά αποκρινόταν, δόξα τω θεώ, καλά είμαστε, τους κερνούσε και εκείνοι άφηναν  τα μικρά τους δώρα μαζί με κάμποσες ντουφεκιές! 

Καλό ξημέρωμα φιλενάδες και φίλοι, παρακάτω μη ρωτάτε αφήστε να γίνει το θέλημα.

ΜΙΛΑΜΕ Τσακώνικα.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *