ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ

Τσακώνικα με τον Πάνο

Δέσποινα Τσακωνοπούλα μι. Πουσιού περήφανοι έσι ποία όλοι νάμου!!! Ενεί τθα τα Τσακωνοπαρέα, του γονείε ντι τσαι ο

Λοι όσοι ντι είνι νίντε. Ντ’έμε Φχαριστούντε …

Δέσποινα Τσακωνοπούλα μου..Πόσο περήφανους μας κάνεις όλους! 

Εμάς στην Τσακωνοπαρέα, τους γονείς σου και όλους όσου σ’ακούνε.

Σ’ευχαριστούμε .. 

………….ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ………..Δέσποινα 

Τςhίτα τσαι Τίτιντα 1–2 του Φλεβαλρη 2022:Α Τσακωνοπαρέα .. 

Κουιτέ #28 :από το βιβλίε «ΚΡΑΥΓΗ» 

Διαστσευή τσαι γραφτέ τθα Τσακώνικα από τον Πάνο Μαρνέρη . 

Μπαήκαμε τάτσου τσαι τσι να οράμε..Ήγκιαει μπαστακουτοί το πόρε τσαι να μου ήγκιαει τίφουντε κατα το κατάβα, γιατσι από ταν άβα μερία δέσουντε ήγκιαει τα Καλάβρυτα.. 

Ενιάτθε νία φωνά : Βρε Κια έτθε έγκουντε; Τουρ ατςhοίποι σε σκωτούκαει ..Εμπαήκαμε κατά τάνου τσαι εζάκαμε οπά . 

Κχάμποσοι εκχακχούαμε οπά, άλλοι σ’αποσούκαμε το νεκροταφείε,άλλοι σ’αφήκαμε έτρου τσαι ξενυχκίαει οπά. 

Όσοι γουναίτσε ήγκιαει δενουμένει ήγκιαει κουβαούντε, άλλοι από του πούε άλλοι από του μασκάε,σι ήγκιαει φερίκχουντε τσαι ήγκιαει κουίζουντε. 

Άλλοι ήγκιαει σκάφουντε με του χέρε σου, άλλοι με στσέρπανα, άλλοι με τσίε κατανέγκαμε τσαι σε κχακχούαμε. Ίσια ίσια πφι σ’έμαει μπέχουντε, ούτε έμα καταβαίνα το τσι έκι γινούμενε…

Εζου έμα κχοντούκχα τσαι του Δρακούληδε,αχρόνιαστοι ακόνη , το Νιχάλη τσαι τον Αλέξη . 

Φύγκαμε τσαι έμαει ψαφούντε να ερέσουμε γκάνα κάλυε πφι να μη δέσει.Εζου άγκα τα καμπτζία τσαι τραβήα για τα τζέα μι . Νιε ρέκα αμπρουτά . Κχατθήκα τα καμπτζία χάμου τσαι όρπα ξενυχκίαμε..

Τσι να αλήερε τσαι τσι v’αμογήερε . Τσαι τσι έσι πορού να αλήερε; …

…………..ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ …………..

………

Βγήκαμε έξω και τι να δούμε …Στέκονταν  στην πόρτα και μας έσπρωχναν προς τον κατήφορο, γιατί από την άλλη μεριά έκαιγαν τα Καλάβρυτα.  Ακούστηκε μία φωνή: — Βρε που πάτε….τους άντρες τους σκοτώσανε. Βγήκαμε προς τα επάνω και πήγαμε εκεί… Κάμποσους τους χώσαμε εκεί, άλλους τους πήγαμε στο νεκροταφείο, άλλους τους αφήσαμε έτσι και ξενύχτησαν εκεί. 

Οσες γυναίκες ειπχαν την δύναμη κουβαλούσαν. Άλλους από τα πόδια, άλλους από τις μασχάλες, τους έφερναν και έσκουζαν. 

 Άλλες έσκαβαν με τα χέρια τους, άλλες με σκεπαλρνια, άλλες με τσάπες καταφέραμε και τους θάψαμε.  Ίσια ίσια που τους σκεπάζαμε. Ούτε καταλάβαινα το τι γινόταν. 

 Εγώ κρατούσα και τα δύο μου μωρά,αχρόνιαγα ακόμη, το Μιχάλη και τον Αλέξη.  Φύγαμε και ψάχναμε να βρούμε κανένα καλύβημπου να μην καιγόταν..Εγώ πήρα τα παιδιά μου και τράβηξα για το σπίτι μου.  Το βρήκα λαμπαδιασμένο.  Άφησα τα παιδιά μου κάτω και εκεί ξενυχτήσαμε.. 

Τι να πεις και τι να μολογήσεις ..Και τι μπορείς να πείς;.

……..ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ …….. 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *