ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ

Τσακώνικα με τον Πάνο

Τα καμπτζία  νάμου, α συνέχεια νάμου , τα καμάρια νάμου. 

Τα παιδιά νας , η συνέχεια μας, τα καμάρια μας .  

,…………… ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……….Νιχάλη … . 

Τςhίτα τσαι Τίτιντα 22–23 του Φλεβάρη 2022: Α Τσακωνοπαρέα . 

Κουιτέ#36 : από το Βιβλίε «ΚΡΑΥΓΗ»

Διαστσευή τσαι γραφτέ τθα Τσακώνικα από τον Πάνο Μαρνέρη .

Τραβήα κατά το Σταθιμό. Ρωτήκα δύου πφι ήγκιαει δουλέγκουντε τθο τρένο, να μπάτσε τσαι οράκαει τουρ ατσhοίποι . Όχι μ’απογήτθαει.. 

Γυλρκα κίσου τσαι νιάκα τα Βασωνιά να κουΐζει … 

«Γουναίτσε, Κουρούνε, τουρ ατσhοίκοι νάμου σε σκωτούκαει τθα Λάκα του Καπή . Ναταγύρκα κίσου τσαι ένα ψαφούα για τα καμπτζία μι . Σ’ερέκα πουρτέσε από τον αμπρουτά Άγιε, ξον από το Γιώργο πφι έκι ζατέ ταν Άγιε Βαρβάρα. Ένι θυνικχουμένα το ολτσι έμα τσhίντα το πφου άκια να νι αλήου τον αφέγκη σι ότσι νιε χάκα από τουρ εψιού μι.

Απέ απρούκα κάτου από το χαγιάκι του Γυμναστηρίου ένα κουρέλι,

Σε κατθίκα τάνου σι τσαι σε πέκα : «Μη ταρατθείτε θα γύρου σ το δρόνι . Οπά εκάνε τσαι ο Γιώργο μι . Άγκα τον Αδωνι, τσαι  το Γιώργο. 

Ο Άδωνι έκι οχτώ χρονού καμπτζιούλι . Έατθε  να ζάμε τσαι ενεί καμπτζιούλια μι . Ατθαήα τα βλέψη μι τθον ουρανέ . Έκι κατακότσινε. 

Έδρα νία τθο τόπο του φονικού τσαι τσhέμα σύγκορμο τσι να οράου!!!

Χέρε κοφτοί, πούε κοφτοί ,τσιουφάλε κοφτοί, εμαλοί αναιμουτοί τάτσου.. Οράκα το παπά Καλέ πφι α τσιουφά σι έκι κομμάκια νατά με τσικούρι .  

Ούτε τσαι να νι φαγκιστού ένι πορού ότσι κάκοιε ένι πορού να κόψει με τσικούρι τσαί να νι ποί κομμάκια τα τσιουφά απο άλλε άντρωπο . 

……………..ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ …………

…………………..

Τράβηξα προς τον σταθμό. Ρώτησα δύο που δούλευαν για το τρένο, να μήπως και είδαν τους άντρες… Όχι μου απάντησαν.

 Γύρισα πίσω και άκουσα τη Βασωνιά να σκούζει: 

—Γυναίκες, κουρούνες, τους άντρες μας τους σκότωσαν στην λάκα του ΚΑΠΗ. Ξαναγύρισα πίσω και έψαχνα για τα παιδιά μου. Τα βρήκα μπροστά από την λαμπαδιασμένη εκκλησία, εκτός από τον Γιώργο που είχε πάει στην Αγία Βαρβάρα.  Θυμάμαι ότι ανησυχούσα το πως θα το έλεγα στον πατέρα του ότι τον έχασα από τα μάτια μου.

Αφού άπλωσα κάτω από το χαγιάτι του γυμναστηρίου ένα κουρέλι έβαλα τα παιδια απάνω του και τους είπα:  Μην κουνηθείτε θα γυρίσω γρήγορα. Εκείνη την στιγμή  ήρθε και ο Γιώργος μου. Πήρα τον Άδωνι και τον Γιώργο. Ο Άδωνις ήταν οχτώ χρονών παιδάκι.  Ελάτε να πάμε κι εμείς παιδιά μου.  Εσήκωσα το βλέμμα μου στον ουρανό. Ήταν κατακόκκινος.  Έτρεξα στον τόπο του φονικού και τρέμοντας σύγκορμη,τι να δω: χέρια κομμένα, πόδια κομμένα, κεφάλια κομμένα, μυαλά πεταμένα έξω.  Είδα τον παπά Καλό που το κεφάλι του ήταν κομμάτια με τσεκούρι…

Ούτε και να φανταστώ μπορώ ότι κάποιος μπορεί να κόψει με τσεκούρι και να  κάνει κομμάτια το κεφάλι από άλλον άνθρωπο.

……………νΜΙΛΑΝΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ …………

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *