ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ

Τσακώνικα με τον Πάνο

 

……………. ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ . 

Δέφτερα τσαι Τςhίτα 1–2 του Οχτώμπρη 2021 . Α Τσακωνοπαρέα . 

Το στεφάνι  ταρ Ελένη Μάνου 

Τθον Πραστέ, Αγιελίδη, Τερέ, Μέανε του παραπαλαιοί χρόνου έκι ζακόνι να έντζει πρώτα α νύιθη τθον Άγιε. Γιάκεινι τσαί το τραγούιδι, «νύφη εδώ ποιον καρτερείς και τι καλό παντέχεις, τον Άγιο Γιάννη καρτερώ και το Χριστό παντέχω  και την κυρά την Παναγιά να ’ρθει να στεφανώσει, φέρνει τα στέφανα χρυσά και τα κεριά ασημένια και τη λαμπάδα του γαμπρού χρυσή μαλαματένια …» Ακόνη το στεφάνουμα έκι γινούμενε ταν Τσουρακά τα σύνταχα τσαί οι νιόνυφοι ήγκιαει τσοινωνούντε μετά το τέλι του μυστηρίου. Όμε ξέρουντε ακριβώς πότε άε το ζακόνι. Έδαρι ο κουμπάρε ένι περού από ταν τσέα του γαμπρού συνοϊδία με τα βιολία τσαί  είνι έγγουντε τθον άγιε, απουρτέσε οι βιολιτζίδε, ο δίσκο με τα στέφανα, ένα υζέ με τουρ αμπάδε, ο γαμπρέ με τον κουμπάρε τσαί παρακίσου οι καλεστοί. Απέ τα βιολία θα ζάνι να φέρωι τα νύιθη από ταν τσεά σι. Τθαν πορεία ήγκιαει αούντε το τραγούιδι: «αρχοντοπούλα κίνησε να πάει να στεφανώσει, ο ήλιος ήταν ο γαμπρός και το φεγγάρι νύφη» ή « ας πα να ιδούν τα μάτια μου πως τα περνάει η αγάπη μου», ξεζίχουντε αράδα ντουφετσίε. Όκια ήγκιαει περούντε ο γαμπρέ τσαί α νύιθη σ’ήγκιαει ούκχουντε με ζύζι τσαί ντζαντάφυα. Πρεσσοί ακάλεστοι ήγκιαει μπαήντε τάτσου να ράνι τα νύιθη τσαί το γαμπρέ. Α Μεταξία πλέα εστολίστε τον τζουμπέ σι πφ’έκι αντεχουμένα όα τα χρονία.  Με το ντζανταφυλλί λινομέταξε βραχάνι σι, το στόφινε μπολκάτσι σι δεητέ με ζουνάρι στόφινε με ασημοζούναρε, το μεταξουτέ σπαλέτο σι, του κοτσινοί βεουδένιοι κουντούρε σι τσαί με του πρεξούδε σι περικυλιτθοί τθο φέσι με τα γεράνια φούντα ένι νιά αρχογγίσα χαρά τθον Κωσταγκή πφη θα ν’άζει τον κρίνε τ’Αγιελιδίου. Τα νύιθη θα νι παραδούει τθο γαμπρέ α’φέγγη σι. Ο γαμπρέ τσαί α νύιθη θα ασπαστούνι πρώτα ταν εικόνα του Χσιστού τσαί τα Δεσποίνη τσαί θα κατσάνι τθα θέση σου για να αρχινήσει το μυστήριε. Απότσου είνι ξεζίχουντε ντουφετσίε. 

Καλέ ξημέρουμα θιλενάδε τσαί θίλοι μι, ένι έγγα να καμαρού του νιόνυμφοι.

Τα πολύ παλιά χρόνια ήταν συνήθειο να πηγαίνει πρώτα η νύφη στην εκκλησία. Γι’αυτό και το τραγούδι, «νύφη εδώ ποιον καρτερείς και τι καλό παντέχεις, τον Άγιο Γιάννη καρτερώ και το Χριστό παντέχω  και την κυρά την Παναγιά να ’ρθει να στεφανώσει, φέρνει τα στέφανα χρυσά και τα κεριά ασημένια και τη λαμπάδα του γαμπρού χρυσή μαλαματένια …» Ακόμη ο γάμος γινόταν την Κυριακη το πρωί και οι νεόνυμφοι κοινωνούσαν μετά το τέλος του μυστηρίου. Δεν ξέρουμε ακριβώς πότε άλλαξε το συνήθειο. Τώρα ο κουμπάρος περνά από το σπίτι του γαμπρού  συνοδεία  με τα βιολιά και πηγαίνουν στην εκκλησία, μπροστά οι βιολιτζίδες, ο δίσκος με τα στέφανα, ένα αγόρι με τις λαμπάδες,  ο γαμπρός με τον κουμπάρο και πάρα πίσω οι καλεσμένοι. Μετά τα βιολιά θα πάνε να φέρουν τη νύφη από το σπίτι της. Στο δρόμο έλεγαν το το τραγούδι: «αρχοντοπούλα κίνησε να πάει να στεφανώσει, ο ήλιος ήταν ο γαμπρός και το φεγγάρι νύφη» ή « ας πα να ιδούν τα μάτια μου πως τα περνάει η αγάπη μου», ρίχνοντας αράδα ντουφεκιές, όπου περνούσαν ο γαμπρός και η νύφη τους έλουζαν με ρύζι και τριαντάφυλλα.  Πολλοί ακάλεστοι έβγαινα έξω να δουν τη νύφη και το γαμπρό. Η Μεταξία πια στολίστηκε τον τζουμπέ της που περίμενε όλη τη χρονιά.  Με το τριανταφυλλί λινομέταξο φουστάνι της, το μπολκάκι της από στόφα δεμένο με ζωνάρι από στόφα με ασημένιες πόρπες,  το μεταξωτό μαντήλι στο λαιμό, τα κόκκινα βελουδένια  παντοφλάκια της  και με τις πλεξούδες της σι  τυλιγμένες στο φέσι με τη γαλάζια φούντα είναι μια αρχόντισσα χαρά στον Κωσταντή που θα πάρειτον κρίνο του Λεωνιδίου. Τη νύφη θα την παραδώσει στο γαμπρό ο πατέρας της.  Ο γαμπρός και η νύφη θα ασπαστούν πρώτα την εικόνα του Χριστού και της Παναγίας και θα καθίσουν στη θέση τους για να αρχίσει το μυστήριο. Απέξω  ρίχνουν ντουφεκιές. 

Καλό ξημέρωμα φιλενάδες και φίλοι μου, πάω να καμαρώσω τους νεόνυμφους.