……….ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……….
Τίτιντα τσαί Πέφτα 26–27 του Σερικχή 2024: Α Τσακωνοπαρέα
Κουιτέ#236: από το βιβλίε «ΚΡΑΥΓΗ»
Διαστευή τσαι γραφτέ τθα Τσακώνικα από τον Πάνο Μαρνέρη .
Ετήνε ο ‘κι πορού να νιλεί, μόνιου τα τσιουφά σι εταράε .
Απέ νι άγκαμε εζού τσαι α τσεία μι τσαι νι αποσούκαμε τθο ξενοδοχείε Παλλάς πφι ο ‘κι δατέ . Α τσεία μι κχαράε νία μίςhα Άι . Νιε σhονίε τσάι νιέ βαλήτσε τθά πληγά. Σ’αφήκα οπά τσαι άγκα τα πορία πφι ήγκιαει όλοι οι σκοτουτοί . Ξοικά κατά ταν πλεύρα όα κατακότσινε…
Ο αϊθή μι τσαι α μάτη μι ήγκιαει έχουντε ερεστέ τον αφέγκη μι .
Έμα πατούα τάνου τθα τσιφάρια από του πενατοί ως να ζάου να ερέσου του διτσοί μι . Σαν σ’ερέκα ήγκιαει όλοι απανούσε από τον αφέγκη μι τσαι ήκιαει βούντε. Ο λαιμό σι έκι κοφτέ από του σιφαίρε .
Όλοι ήγκιαει κχαράχουντε βοήθα από τα μάτη μι. Α έρμο έκι βοηθούα να σι κχαμπαήσουει τσαι έκι ποία κίσου τάνου να αποσούει τον αφέγκη μι . Ενέτζε τον αφέγκη μι ταν άβα μέρα τσαι νιε κχακχούαμε.
Τρομάμε να ανοίτσουμε τον τάφο γιατσί τα τσυπαρίσια ήγκιαει έχουντα πρεσσοί σhίντε…
Υγεία θιλενάδε τσαι θίλοι τσαι αγάκη του καρδίε νάμου .
…………..ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ………
Αυτός δεν μπορούσε να μιλήσει, μόνο το κεφάλι του κούνησε. Μετά τον πήραμε εγώ και η θεία μου και τον πήγαμε στο ξενοδοχείο Παλλάς που δεν ήταν καμμένο. Η θεία μου ζήτησε ένα κουτάλι λάδι, το ζέστανε και το έβαλε στην πληγή. Τους άφησα εκεί και πήρα τον δρόμο όπου ήταν σκοτωμένοι. Κοίταξα προς την πλαγιά. Όλα κατακόκκινα. Ο αδερφός μου και η μάνα μου είχαν βρεί τον πατέρα μου. Πατούσα πάνω στα κουφάρια από νεκρούς ως να πάω να βρω τους δικούς μου. Σαν τους βρήκα όλοι ήταν πάνω από τον πατέρα μου και έκλαιγαν Ο λαιμός του ήτανε κομμένος από τις σφαίρες.
Όλοι ζητούσαν βοήθεια από τη μητέρα μου. Η έρημη βοηθούσε να τους κατεβάσουν και έκανε πίσω στον ανήφορο για να πάει τον πατέρα μου. Έφερε τον πατέρα μου την άλλη μέρα και τον θάψαμε. Τρομάξαμε να ανοίξουμε τον τάφο γιατί τα κυπαρίσσια είχαν πολλές ρίζες…
Υγεία φιλενάδες και φίλοι και αγάπη στις καρδιές μας ..
…………ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……