………….. ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ …….. Μπαρμπαρίνα
Πέφτα τσαι Παράστσι 8–9 του Σερικχή 2023: Α Τσακωνοπαρέα .
Καλάβρυτα #171: από το βιβλίε «Κραυγή»
Διαστσευή τσαι γραφτέ τθα Τσακώνικα από τον Πάνο Μαρνέρη .
Εφύγκαμε από οπά με τα νιούτθα, τάσου από τουρ αμπρουτοί τσαί δατοί τσέλε να ζάμε τα τσέα τα Μάτη μι. Εζάκαμε τθο φουρναγιό τθα τσέα σι . Ότσι οράτσε μι επέτσε μι:
«Έα σιάτη να νάρουμε νία τσία να ζάμε να σι κχακχούτσουμε, τσι θα σι φάνει οι κούνοι.»
Έγκεινη πφι οράκαμε ό’κι να νι οράει αντρώκινε εψιλέ. Όλοι σκωτουτοί . Ο αφέγκη μι έκι έχου δίπα σι όα σι τα καμπτζία. Ένι θυνηκχουμένα το μιτσή πφί έκι έχου νία κχραΐα τθα τσιουφά. Από ‘κεινη εζάτσε, από τα χαριστικά ντουφετσία.
Σε κουβαλήκαμε ένα ένα, μ’ένα μπέτσιμο . Ο ‘μαει πορούντε να κουβαλήουμε πλετεροι από ένα τα βοά. Έμαει τέσσερι γουναίτσε . Εζού, α Μάτη μι, α Θεώνη τσαι α τσεία μι α Σωκηρούλα . Ο τάφο σου έκι πρεσσιού αναχλέ. Έμισιου μέτςhι, πενήντα πόντου βαϊθού. Ίσια πφι σε μπέαμε με λίγο χωμάτσι.
Ανέ έχουμε ταν υγεία νάμου θιλενάδε τσαι θίλοι .
…………ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……..
………
Εφύγαμε από εκεί τη νύχτα μέσα από τις φλόγες και τα καμένα σπίτια, Να πάμε στο σπίτι της μάνας μουΠήγαμε στο Φουρναγιό, στο σπίτι της. Όταν με είδε μου είπε: «Έλα κορίτσι μου να πάρουμε μια τσάπα να πάμε να τους θάψουμε γιατί θα τους φάνε τα σκυλιά.
Αυτό που είδαμε δεν ήταν να το δει ανθρώπινο μάτι. Όλοι σκοτωμένοι. Ο πατέρας μου είχε πλάι του όλα του τα παιδιά. Θυμάμαι τον μικρό,που είχε μία τρύπα στο κεφάλι. Από εκείνο πήγε, από τη χαριστική βολή. Τους κουβαλήσαμε ένα, ένα με μία κουβέρτα. Δεν μπορούσαμε να κουβαλήσουμε περισσότερους από έναν την φορά. Είμαστε τέσσερις γυναίκες. Εγώ, η μάνα μου, η Θεώνη, και η θεία μου η Σωτηρούλλα. Ο τάφος τους πολύ ρηχός, μισό μέτρο, 50 πόντους βάθος, ίσα που τους σκεπάσαμε με λίγο χώμα …..
Ας έχουμε την υγεία μας φιλενάδες και φίλοι…
……….ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……