……… ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……..
ΤΣhίτα 2 του Οχτώμπρη 2018 . Τσακωνοπαρέα μοι
Επφέρη έμα ζατέ το εξοχικό μοι ταν Αμεριτσή .
Οι παλιοί ίγκιαει αούντε : τσαι ο τόπο με τουρ αθροίποι σοι .
Κάτσι θα ίγκιαει ξέρουντε . Σε ένει αφήνου ο άντρωπο τσαι όα είνει ρημάζουντα . Όα λογκούκαει .
Έντενη ο χώρε ο τόσιου γνωστέ μοι ο τόσιου φιλόξενε, ανιούριστε λογκουτέ , αφιλόξενε. Α τσέα το ίιδε . Αράχνε σε μερίλε μερίλε ,
άειδε , άχαρε τσαι έρημο . Τα παναϊθούρια , οι πόρου ,οι τοίχοι όρπα
αλλά α τσέα ο’κει έχα χαρακτήρα , έκει απλά όρπα .
Οι πόρου από τα ντουλάπια τα κουζίνα ανοιτθοί μπαράκα τσαι τα ντουλάπια άειδα , χάσκουντα όπφουρ ίγκιαει , ίγκιαει ποίντα ταν εικόνα τα τσελή ακόνη χειρουτέρα .
Τάσου του συλλογισμοί μοι ενιάκα . Με χκίερε τσαι με παρατίτσερε έτρου σύξυλε τάσου ταν ερηνία .—Τσαι άλλοι βολαί ντ’ αφήκα …απογήμα … .
…. —— Ναι για τσhεί τέσσερι αμέρε ….. έδαρη ένα χρόνε τσαι βάλε…
Ο ‘ μα ξέρου τσι να απογηθού … καταγκίκα τα γρούσσα μοι βαλήκα τα κράκα τα κλειδωνία , νιε σhούβα τσαι εφύγκα .
Καλέ ξημέρουμα σε όλοι νάμου ..
…………ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ………..
…………………………
Εχθές είχα πάει στο εξοχικό μου στην Αμερική . Οι παλιοί έλεγαν :
και ο τόπος με τους ανθρώπους του , κάτι θα ήξεραν . Τα αφήνει ο ανθρωπος και όλα γίνονται ρημαδιό . Όλα έγιναν λόγγος .
Αυτός ο χώρος ο τόσο γνωστός , ο τόσο φιλόξενος , αγνώριστος λογγομένος , αφιλόξενος . Το σπίτι το ίδιο . Αράχνες σε μεριές μεριές , άδειο , άχαρο και έρημο . Τα παράθυρα , οι πόρτες , οι τοίχοι εκεί , αλλά το σπίτι δεν είχε χαρακτήρα , ήταν απλά εκεί …
Οι πόρτες των ντουλαπιών της κουζίνας ολάνοιχτες και όπως έχασκαν τα ντουλάπια , έκαναν την εικόνα του σπιτιού ακόμα χειρότερη ..
Μέσα στους συλλογισμούς μου άκουσα . Με έχτισες και με παράτησες έτσι σύξυλο μέσα στην ερημιά ; — Ξαι άλλοτε σε άφησα ..απάντησα . — ναι για τρεις τέσσερις ημέρες τώρα είναι χρόνος ολόκληρος και βάλε . Δέν ήξερα τι να απαντήσω , κατάπια την γλώσσα μου , έβαλα το κλειδί στην κλειδαριά και έφυγα …….