……..ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ……..
ΤΣΙΟΥΡΑΚΑ ΤΣΑΙ ΔΕΦΤΕΡΑ 10–11 του Αμάη 2020
Α ΤΣΑΚΩΝΟΠΑΡΕΑ ……
Το νοιρόγι τα σιατερή ταρ Ελένη Μάνου
Ο πέναϊμό ντι Μάτη μι εκουβανίε ταν καρδία μι
α ψούχα μι όνι νιουζίζα ξακισταμό
εχάκα τον ήλιε από πουρτέσε μι
τσ’ένι πολομούα δίχως στίζηγμα να ερέσου ταν πορεία. Ένα καϊδί τθον άνεμο ένι τσαί είνι ντίντε μι όλοι οι τσαιροί. Επάνι τα φαρμάντζα τα χεία μι πφ’εγκίκα τσ’εκαταγκίκα. Πφουρ έσι στέκα όρπα του ξεχαμού τον τόπο,
πφουρ ένι έχα απαντοχή α καρδία ντι.
Όσ’ ορούα τα βάσανά μι, όσ’νία τα βάματά μι,
οσ’κχαμπαίνα να μ’άρερε ταν αγκαλία ντι
να μι παζηγοζήσερε, να μι σεπάχερε με του χέρε ντι.
Μάτη μι κικρουτά σε ποίε να νιλήου, πφ’ενάτθε ο πόνε πέαγο,
ν’επέκα του σίνοι εκράνι, ν’επέκα τα θάσσα εστερεύε,
ν’επέκα τα δεντζικά εμαράτθαϊ, ν’επέκα τθα πουλία ν’εμποίκαϊ νοιρόγι. Μάτη μι χολιατά, κά αντάμουση να δει ο Θεό.
ΚΑΛΕ ΞΗΜΕΡΟΥΜΑ ΤΣΑΙ ΟΜΟΡΦΟ ΣΥΝΤΑΧΙΝΑ …
……..ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ………
—————————————————————————-
Ο θάνατος σου Μητέρα μου μαύρισε την καρδιά μου η ψυχή μου δεν γνωρίζει ανάπαυση,
έχασα τον ήλιο από μπροστά μου
και πολεμάω δίχως στήριγμα να βρω το δρόμο.
Ένα κλαδί στον άνεμο είμαι και με χτυπούν όλοι οι καιροί. Έπηξαν τα φαρμάκια στα χείλη μου που ήπια και καταήπια. Πως στέκεις εκεί στης λησμονιάς τον τόπο,
πως έχει ελπίδα η καρδιά σου.
Δεν βλέπεις τα βάσανα μου, δεν ακούς τα κλάματα μου,
δεν κατεβαίνεις να με πάρεις στην αγκαλιά σου,
να με παρηγορήσεις, να με σκεπάσεις με τα χέρια σου, Μητέρα μου πικραμένη σε ποιον να μιλήσω, που έγινε ο πόνος πέλαγος,
τον είπα στα βουνά ράγισαν, τον είπα στη θάλασσα στέρεψε,
τον είπα στα δέντρα μαράθηκαν, τον είπα στα πουλιά τον έκαναν μοιλορόγι
Μητέρα μου φαρμακωμένη καλή αντάμωση να δώσει ο Θεός.
Καλό ξημέρωμα και όμορφο πρωινό ..
…….ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ………