……………..ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ …..
Σάμπα τσαι Τσιουρακά 22–23του Γενάρη 2022: Α Τσακωνοπαρέα .
Κουιτέ #24: από το βιβλίε «ΚΡΑΥΓΗ»
Διαστσευή τσαι γραφτέ τθα ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ από τον Πάνο Μαρνέρη .
Σαν εκάνα τα συγκά μι, ο ‘μα ορούα του σκοποί . Εζάκα λίγο πιο πέρε τσαι σ’οράκα να έγκωει προς τα μερία πφι ήγκιαει γινούμενα τα φονικά, τσαι ταν ιίδε στιμή ήγκιαει τσαι άλλοι κχαμπέντε από τα «Γαϊδουρόραχη».Τότθε δρανήα λίγο τσαι εσούκα κοντά . Τσι να ‘ράου!
Ένα σωρέ από τσιφάρια . Ο νι μπορούα να εξιστορίσου. Οράκα τον Δηνήτρη Καλδίρη. Οι χάντρε από τουρ εψιλοί σι γιουριστοί ανάποδα τσαι το τθούμα σι γιομάκιου αφροί. Κάτσι σα πρίτσιμο ενιάτθε τσαι ξεψυχίε. Εκιάκα νι από τα τσιουφά να νι ατθαήσου, αλλά το καπέλο σι έκι γιομάκιου εμαλοί . Νι αφήκα τσαι προχωρέκα .
Τα τςhέρβα μι ήγκιαει τάσου το αίμα. Πιο πέρε οράκα το Γιώργο το Γιωργαντά τσαπρουτέ με του χέρε τεντουτοί. Τθο τθούμα σι φούστσε από αίμα . Έκι ντουφετσιστέ τθο λαιμό. Έκι ταράσου του χέρε σι δίχως να νιλήνει Νιε κιάκα από τουρ ίςhε τσαι νι ανατθαήα. Τότθε δύου κομμάκια παγουτέ αίμα τσιτάνει από το τθούμα σι . Γιώργο έσι Θέου κάτσι; νι ερωτήκα.. Ετήνε με μπερδευτά όγια με ‘πέτσε να νι αφήου οπά.
Άξαφνα νιάκα τα φωνά του Αργύρη μι . Ματερούλα μι, Μάτη μι Έα ογλήγορα, φωνηάε τσαι έκι ταράσου τα χέρα σι . Ασπηδήκα τάνου από τα τσιφάρια τσαι σε ‘μα πατούα ως να σούσου κοντά σι. Ζυγούξα κοντά σι, νι αγκαλιά, οράκα ότσι ό’κι σοβαρά τσαι νιε ρωτήκα ….
Έντεοι οι μαρτυρίε μι είνι χολιαήντουντε πρεσσιού τσαι μ’ένι παρείντα παραφάγγιση για το πόσιου δένανη ένι γκριούφου τάσου σι ο άντρωπο!!! Ο μεν να σκωτούει με το πιο βάρβαρε τρόπο, τσαι ο άλλε να νι αντέξει..
……………. ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ………….
………..
Σαν ήρθα στα συγκαλά μου δεν έβλεπα τους σκοπούς.Πήγα πιο πέρα και τους είδα να πηγαίνουν προς την μεριά που γινόντουσαν τα φονικά, και την ίδια στιγμή ήταν κι άλλοι που κατέβαιναν από την Γαϊδουρόραχη.
Τότες έτρεξα λίγο και έφτασα κοντά…Τι να δω… ένα σωρό από κουφάρια. Δεν μπορώ να εξιστορήσω (περιγράψω). Είδα τον Δημήτρη Καρβίλη. Οι χάντρες των ματιών του γυρισμένες ανάποδα, και το στόμα τουγεμάτο αφρούς. Κάτι σαν πνίξιμο ακούστηκε και ξεψύχησε. Τον έπιασα από το κεφάλι να το σηκώσω, αλλά το καπέλο του ήταν γιομάτο μυαλά. Τον άφησα και προχώρησα. Τα παπούτσια μου ήταν μέσα στο αίμα. Πιο πέρα είδα τον Γιώργο τον Γεωργαντά ξαπλωμένο με τα χέρια τεντωμένα και στο στόμα του δύο φούσκες από αίμα.
Τον είχαν πυροβολήσει στο λαιμό. Κουνούσε τα χέρια του δίχως να μιλάει. Τον έπιασα από τις πλάτες και τον ανασήκωσα, τότε δύο κομμάτια παγωμένο αίμα έπεσαν από το στόμα του. —Γιώργο θέλεις κάτι; τον ρώτησα. Εκείνος με μπερδεμένα λόγια μου είπε να τον αφήσω εκεί.
Άξαφνα άκουσα τη φωνή του Αργύρη μου…— Μανούλα μου μάνα μου, έλα γρήγορα, φώναξε κουνώντας το χέρι του. Πηδούσα πάνω από τα κουφάρια και τα πατούσα, ώς να φτάσω κοντά του. Πλησίασα κοντά του τον αγκάλιασα και είδα πως δεν ήταν σοβαρά και τον ρώτησα…….
Αυτές οι μαρτυρίες με στεναχωρούν και απορώ βία το πόσο δύναμη κρύβει ο άνθρωπος μέσα του!!! Ο μέν να σκοτώσει με τον πιο βαρβαρο τρόπο και ο άλλος να το αντέξει …
…………. ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ …………