ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ
Παράστση τσαι Σάμπα 17–18 του Απρίλη 2020 :
Α Τσακωνοπαρέα
Μάτη τσαί υζέ # 7 ταρ Ελένη Μάνου …
_Μα, εβαρέμα τάσου όα ταν αμέρα, πότε θα ζάμε να ’ράου τον παππού μι;
_Εδαρι τον παππού ξέχα νι όρκο μι, άφε να περάει έγκεινη το κακό πφη ναμ’ερέτσε τσαί άμα σταθούμε γεροί θα έχερε όλε τον τσαιρέ δικό ντι να ν’οράρε…
_Ενίου μ’ένι λείπου πρεσσού ανάθεμα τον κορωναϊό.
_Ανάθεμα τσαί τρις ανάθεμα όρκο μι αλλά τσί να ποίουμε, γιάκεινι ήγκιαει καταρενουμένοι παλιά, ανόρκιστε, ακάτεχο να ντι μόλει…απο οπά πφ’όσι παντέχου νι να μόλει το κακό δηλαδής…
_μην αρχινίντερε του φιλοσοφίε ντι μα, για τον παππού έμαει αούντε, εζού ένι θέου να νι οράου ας ένι τσαί από μακρία…
_ο παππού καψοΑλέξανδρε εφύτζε, εζάτσε το καλυούτσι σι τθα Βαστσίνα, τσί να κατσάει ογί να ποί, οπά ένι έχου ταν ησυχία σι, τον κάθαρέ σι τον αέρα, ταν ελευθερία σι…
_τσαί πφουρ ένι κασήμενε μοναχό σι;
_ένι μαθητέ πλέα όρκο μι, μη ξεχαίνερε ότσι οπά εζήτσε του χρόνου σι πφ’έκι καμπζί, τσαί ο άθρωπο όσου ένι ατσεραίνου όνι θέου τα λέα του κόσμου…
_όνι ξέρου τσ’εσ’αούα εκιού, εζού θα ζάου τθα Βαστσίνα να ν’οράου, θα κατσάου τάτσου από τον κάλυε τσαί θα νι χαιρεκίσου, θα ν’αλήου να προσέχει, ταχία, ένι πάσου μακρία το ταχία…
Με το καλέ να ξημερουθούμε θιλενάδα τσαί θίλοι, έμε κασημένοι τάσου τσαί έμε νιούντε Τσακώνικα, κα δένανη σε όλε τον κόσμο…
_ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _
ΜΙΛΑΜΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ
Α Τσακωνοπαρέα. 2020. Μάνα και γιος#7
_Μάνα, βαρέθηκα μέσα όλη την ημέρα, πότε θα πάμε να δω τον παππού μου; _Τώρα τον Παπούλια ξέχασε τον όρκε μου, άσε να περάσει αυτό το κακό που μας βρήκε και άμα σταθούμε γεροί θα έχεις όλο τον καιρό δικό σου να τον δεις… _Εμένα μου λείπει πολύ ανάθεμα τον Κορωνοϊό.
_Ανάθεμα και τρις ανάθεμα όρκε μου αλλά τι να κάνουμε, γι’αυτό καταριόντουσαν παλιά, το ανέλπιστο, το αναπάντεχο να σου έρθει…από εκεί που δεν το περιμένεις να έρθει το κακό δηλαδή…
_μην αρχίζεις τις φιλοσοφίες σου μάνα, για τον παππού λέγαμε, εγώ θέλω να τον δω ας είναι και από μακριά…
_ο παππούς καψερέ Αλέξανδρε έφυγε, πήγε στο καλυβάκι του στη Βασκίνα, τι να κάτσει εδώ να κάνει, εκεί έχει την ησυχία του, τον καθαρό του τον αέρα, την ελευθερία του…
_και πως κάθετε μόνος του;
_Είναι μαθημένος πια όρκε μου, μην ξεχνάς ότι εκεί έζησε τα παιδικά του χρόνια, και ο άνθρωπος όσο μεγαλώνει δεν θέλει την φασαρία του κόσμου…
_Δεν ξέρω τι λες εσύ, εγώ θα πάω στη Βασκίνα να τον δω, θα καθίσω έξω από το καλύβι και θα τον χαιρετίσω, θα του πω να προσέχει, αύριο, είναι πολύ μακριά το αύριο…
Με το καλό να ξημερωθούμε φίλες και φίλοι, καθόμαστε μέσα και μιλάμε Τσακώνικα, καλή δύναμη σε όλο τον κόσμο…