………….ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ……….
Πέφτα τσαι Παράστσι 11–12 του Φλεβάρη 2021: Α Τσακωνοπαρέα
Α σαϊτευτά Τσακωνοπούλα : ταρ Ελένη Μάνου
Α Τσακωνιά έκι έχα αυστηρά ήθη τσαί έθιμα όπφου οι περσσούτεροι τόποι του παλαιοί χρόνου, έκι πρέπουντα οι κανόνε να απαραμάνι ατάρατθοι για ταν επιβίωση τα κοινότητα. Α κιμή τα γουναιτσή έκι στέκα πρεσσού αψεά. Τα ξόμπλια ήγκιαει δείντα τσαι αρίκχουντα τσαί οι σατέρε ήγκιαει φυατθουμένοι αυστηρά από του διτσοί σου. Ομως σε όλοι τουρ εποχάδε ο έρωτα όνι γινούμενε να κχοντουθεί, ονι υποτασσούμενε σε κανόνε, ένι ο δεινούτερε Θεό. Οι νέοι πάντα ήγκιαει ερέχουντε τον ντρόπο, αλίμονε αν έκι διαφορεκικά. Έγκεινι ένι δενάχα νάμου α παρακάτου ιστορία .
Νια τσακωνοπούα, πανώζα τσαί λυγερά, καμάζι τσαί όρκο τα τσελή σι, έκι φυατθουμένα από του διτσοί σι τσαί όκι επιτρεγγούμενε να μπαή τάτσου μοναχά σι, χουζίς συνοϊδία, από τα μάτη νή τα μαμού, νη συντζενή άλλε. Ετήνα βουρλιστά από τα ντρέα του Έρωτα εβαλήτσε τα εμπόρεντα σι να ερέση ντρόπο να οράη τον κολέγα σι, όπφουρ είνι αούντε τον αγαπηκικό. Εκιάτσε το λοιπόν, α κα νάμου σάτη ελιούτσε τον όνε τσαί ν’εμπλεύε. Άλλιου πφη όκι θέου απολυσώνα ο όνε. Εζάτσε ετήνα ατάραχο τάσου εκλείστε τθο νονταδούλι σι τσαί έκι πουνίζα. Οράτσε α μάτη τον όνε από το ξουστάγι να τσιάχει τθου πορίλε, εβαλίτσε του κουητοί :
-Να ζάρε τθα κατςhοποήματα, κιά έσα έχα τουρ εμαλοί ντι βρε ξεφρονιαστά, ξενοιάλο, να γκρενιστήρε τσαι να ζάρε να φέρερε τον όνε εκιού α ιίδε !!!
Χαράς ευαγγέλια α σάτη!!! Σα πουάτσι πφ’ ανεμούτθε από το κουϊδί σι, εδρανίε να ερεστεί τθαν αγκαλία του κολέγα σι, όπφουρ ήγκιαιει έχουντε συφωνηστέ. Ο χρόνε εσταμακίε, επεράτσε πρεσσά ούρα με όγια ταρ αγάκη, με θιλίματα τσαί στσιρτήματα. Έτρου αγκαλιαστοί όπφουρ ήγκιαει, ενιάκαει απ’ αντζά τα Μάτη να φωνιάντει ανήσυχο τσαί νευζικά:
-Μαρούα, μωρ’ Μαρούα, έα τθαν τσέα τον όνε ν’ερέκα.
Τσαί α σάτη, τάσου τθαν σhονιστά αγκαλία του κολέγα σι, μη θέα να αφή ταν ευτυχία σι, απογήτθε:
-Όνι παζία, μ’επέτσερε να νι φέρου α ίιδε!!!
Καλέ ξημέρουμα θιλενάδε τσαί θίλοι μι, αφήετε απολυσώνα τουρ εμαλοί τσαί του καρδίε νιούμου, δίετε τόπο τθον έρωτα, έγκεινι ένι το μυστούρι να μη γεράτε ποτέ!!!
Η Τσακωνιά είχε αυστηρά ήθη και έθιμα όπως οι περισσότεροι τόποι τα παλαιά χρόνια, ήταν απαραίτητο οι κανόνες να μείνουν ασάλευτοι για την επιβίωση της κοινότητας. Η τιμή της γυναίκας έστεκε πολύ ψηλά. Το κουτσομπολιό οργίαζε και τα κορίτσια φυλάγονταν αυστηρά από τους δικούς τους. Όμως σε όλες τις εποχές ο έρωτας δε γίνεται να περιοριστεί, δεν υποτάσσεται σε κανόνες, είναι ο πιο ισχυρός Θεός. Οι νέοι πάντα έβρισκαν τον τρόπο, αλίμονο αν ήταν διαφορετικά. Αυτό μας αποδεικνύει το παρακάτω αφήγημα.
Μια τσακωνοπούλα, πανώρια και λυγερή, καμάρι και όρκος του σπιτιού της, φυλαγόταν από τους δικούς της και δεν επιτρεπόταν να βγει έξω μοναχή ασυνόδευτη, από τη μάνα ή τη γιαγιά ή άλλο συγγενή. Εκείνη τρελαμένη από τη ζάλη του Έρωτα έβαλε τα δυνατά της να βρει τρόπο να δει τον αγαπημένο της, όπως λένε τον αγαπητικό. Έπιασε το λοιπόν, η καλή μας κόρη, έλυσε τον γάιδαρο και τον έδιωξε. Άλλο που δεν ήθελε ελευθερία ο γάιδαρος. Πήγε εκείνη ατάραχη μέσα, κλείστηκε στο καμαράκι της και κένταγε. Είδε η μάνα τον γάιδαρο από το χαγιάτι να τρέχει στους δρόμους, έβαλε τα σκουξίδια:
-Να πας στα τσακίδια, πού είχες την έννοια σου αφηρημένη, ξεμοιαλισμένη, να πας να φέρεις τον γάιδαρο η ίδια !!!
Χαράς ευαγγέλια η κόρη !!! Σαν ξεκλουβισμένο πουλάκι, έτρεξε να βρεθεί στην αγκαλιά του αγαπημένου της, όπως είχαν συμφωνημένα. Ο χρόνος σταμάτησε, πέρασε πολύ ώρα με λόγια της αγάπης, με φιλίματα και σκιρτήματα. Έτσι αγκαλιασμένοι όπως ήταν, άκουσαν από απέναντι την μάνα να φωνάζει ανήσυχη και νευρική:
-Μαρούλα, μωρ’Μαρούλα, έλα στο σπίτι τον γάιδαρο τον βρήκα.
Και η κόρη, μέσα στη ζέστη αγκαλιά του αγαπημένου της, μη θέλοντας να αφήσει την ευτυχία της, απάντησε:
-Δεν έρχομαι, μου είπες να τον φέρω η ίδια!!!
Καλό ξημέρωμα φιλενάδες και φίλοι μου, αφήστε ελεύθερα τα μυαλά και τις καρδιές σας, δώστε τόπο στον έρωτα, αυτό είναι το μυστικό να μη γεράσετε πότε !!!