……………ΕΜΕ ΝΙΟΥΝΤΕ ΤΣΑΚΩΝΙΚΑ ………..
Δέφτερα τσαι Τςhίτα 28–29 του Δετσέμπρη2020 : Α Τσακωνοπαρέα .
Έθιμα #3 : ταρ Ελένη Μάνου .
Ταν παραμονά τα πρωτοχρονία πάσα φανίλια θα έκι φκιάνα τα βασοκολιούρα σι, ακόνη τσαί οι φτωχοί ήγκιαει ζυμούντε λιγατσι άλητε τσαί ήγκιαει βάντε, νιαν ελία, ένα πφούρε φαέ, ένα μιτσί κομματζούλι άρτουμα, ένα μιτσί καϊδούλι κραματόσhαμντα τσαί ένα τσέρμα. Αλλοι ήγκιαει ζυμούντε ταν κίτθα σου με λίγο άι, ζάχαζη, νυρωδιχά, κιαθέ, τσαί ότσι άλλιου ήγκιαει έχουντε για να ναϊθεί νόστσιμο. Ήγκιαει πουνίζουντε νι με το κιρούνι τσαί με τα χτένα τσαί ν’ήγκιαει φταίντε τθο φούρνε σε ατςhέ χαλκουματένιε ταβά. Οι αρρβωνιαστοί ήγκιαει άσσουντε δώρα όπφου τσαί ταν Αμπρία. Έντεοι τουρ αμέρε οι καλονοικοτσουράδε ήγκιαει απολύντε γλυκά τσαί σhομά τθου φτωχοί τσαί ήγκιαει δίντε τθα καμπζία πφη ήγκιαει κουβαούντε τα δώρα νια γουλία άντε να έχωι τθο τθούμα σου να μη σι κειράξωι, τα παγανά, οι σhκαλιτσοί, πφη ήγκιαει φοζουμένοι τον άντε! Τσαί ταν παραμονά του Άγιε Βασίλη τα καμπζία ήγκιαει γιουζίζουντε τθου τσέλε ψάλλουντα τα κάλαντα.
« Βασίλη από κιά έσι παρίου τσαί από κιά έσι κχαμπαίνου,
από τα Μάτη μι ένι παρίου τσαί το σκολείε ένι έγγου»
Ανήμερα, άμα ξαπολεί ο άγιε, ο αφέγγη νή ο ατσhύτερε αϊθή, άμα όνι ’πάρχου αφέγγη, α Μάτη νή ο ατςhύτερε τα τσελή, άμα όνι ’πάρχου άλλε γκανένα, ένι ποίου ένα σταυρέ τάνου τθα βασοκολιούρα τσαί ένι κόφου νι, αφού πρώτα ένι ονομακίχου κάθε κομμάκι. Το πρώκιου ένι του Χσιστού, τ’Αγιε Βασίλη, τα τσελή, του φτωχού, τ’αφέγγη, τα ματερί, τσαί όα τα άβα του πάσα ένα από όσοι είνι ζούντε τθαν τσέα, καμπζία, παπούδε τσαί μαμούδε, τσείουνε τσαί τσιάδε. Τθο τέλι ένι κοφου ένα για του χούρε τσαί ένα για ταν νομή. Ούγοιε έκι έρεχου το τσέρμα, θα έκι τσερδέγγου παράδε τα τσινουρτσία χρονία, ταν ελία κα εσοδεία, το φαέ, θα ζάνι κα οι χούρε, ταν κραματόσhαμντα θα ζάει κα α άμπελε, το άρτουμα τα ζωντανά.
Την παραμονή της πρωτοχρονιάς κάθε οικογένεια θα έφτιαχνε τη βαισλόπιτα της, ακόμη και οι φτωχοί ζύμωναν λίγο αλεύρι και έβαζαν, μια ελιά, ένα σπυρί σιτάρι, ένα μικρό κομματάκι τυρί, ένα μικρό κλαδάκι κληματόβεργα και ένα κέρμα. Αλλοι ζυμώναν την πίτα τους με λίγο λάδι , ζάχαρη, μυρωδικά, σταφίδες, και ότι άλλο είχαν για να γίνει νόστιμη. Την ξόμπλιαζαν με το πιρούνι και με τη χτένα και την έψηναν στο φούρνο σε μεγάλο χαλκωματένιο ταψί. Οι αρραβωνιασμένοι αντάλλασαν δώρα όπως και τη Λαμπρή. Αυτές τις μέρες οι καλονοικοκυρές έστελναν γλυκά κια φαγητά στους φτωχούς και έδιναν στα παιδιά που κουβαλούσαν τα δώρα μια μπουκιά ψωμί να έχουν στο στόμα τους να μη τους πειράξουν, τα παγανά, οι καλικάντζαροι, που φοβούνταν το ψωμί! Και την παραμονή του Αγίου Βασιλείου τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια ψάλλοντας τα κάλαντα.
« Βασίλη από που έρχεσαι και από που κατεβαίνεις,
από τη μάνα μου έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω»
Ανήμερα, όταν σχολάσει η εκκλησία, ο πατέρας ή ο μεγαλύτερος αδερφός, αν δεν υπάρχει πατέρας, η μάνα ή ο μεγαλύτερος του σπιτιού, αν δεν υπάρχει άλλος κανένας, κάνει ένα σταυρό πάνω στη βασιλόπιτα και την κόβει, αφού πρώτα ονοματίσει κάθε κομμάτι. Το πρώτο είναι του Χριστού, του Αγίου Βασίλειου, του σπιτιού, του φτωχού, του πατέρα, της μητέρας, και όλα τα άλλα του καθενός από όσους ζουν στο σπίτι, παιδιά, παπούδες και γιαγιάδες, θείους και θείες. Στο τέλος κόβει ένα για τα χωράφια και ένα για το κοπάδι. Όποιος έβρισκε το κέρμα, θα κέρδιζε χρήματα την καινούρια χρόνια, την ελιά καλή σοδειά, το στάρι, θα πάνε καλά τα χωράφια, την κληματόβεργα θα πάει καλά το αμπέλι, το τυρί τα ζωντανά.